Η πολιτική, όχι οι πολιτικοί

Νομίζω πως πλέον πρέπει να μιλήσουμε για την πολιτική. Όχι για δημιουργία εντυπώσεων γύρω από αυτή, ούτε για εξυπηρέτηση μικροκομματικών σκοπιμοτήτων, αλλά για την πολιτική αυτή καθεαυτή.

Την 6η Μαϊου οι πολίτες -νομίζω- πως απορίψαμε σύσσωμο το Ελληνικό κομματικό σύστημα και το πολιτικό του προσωπικό. Ο λαός επέλεξε μια μέση και λίγο-πολύ ίση για όλους κατανομή συσχετισμών μεταξύ των πολιτικών δυνάμεων, επιχειρώντας προφανώς «να ανακατέψει την τράπουλα και να την ξαναμοιράσει».

Παρ’ όλα αυτά, θέλω να πιστέυω, πως δεν είπαμε «όχι» στην Ευρωπαϊκή προοπτική, στον αντίποδα όμως, απευθύναμε ένα ξεκάθαρο «όχι» στα διλήμματα που την πραγματεύοταν, ανεξαρτήτως αν η πραγμάτωση αυτή ερχόταν με το δίλημμα «ευρώ ή δραχμή» από κάποιους, ή με το δίλημμα «μνημόνιο ή αντιμνημόνιο» από κάποιους άλλους. Δεν έχει μεγάλη διαφορά κι αυτός μάλλον είναι ο λόγος που κανένας συγκεκριμένος πολιτικός χώρος δεν πήρε ξεκάθαρη εντολή από το εκλογικό σώμα.

Θα ήταν άλλωστε στα όρια του παραλογισμού ένα «όχι» της Ελλάδας προς την Ευρωζώνη και την ΕΕ. Η Ελλάδα θα έμοιαζε σε αυτή την περίπτωση, σαν επιβάτη αεροπλάνου που ξαφνικά στα 30.000 πόδια υψόμετρο αποφάσισε να γυρίσει πίσω και ανοίξε την πόρτα για να κατεβεί. Και ξέρετε, δεν είναι η πτώση που σε σκοτώνει, αλλά η πρόσκρουση.

Πάντως πολιτικά σκεπτόμενοι πλέον, διαπιστώνουμε πως η προσπάθεια για επαναδιαπραγμάτευση του μνημονίου πρέπει να θεωρείται δεδομένη, ακόμη κι αν αυτό αποβεί (ή όχι) καταστοφικό. Ο λόγος είναι απλός: μετά τα αποτελέσματα της έκτης Μαϊου δεν υπάρχει η συνθήκη για να προκύψει το πολιτικό υποκείμενο που θα εφαρμόσει την υπαγορευόμενη απο το μνημόνιο πολιτική λιτότητας. Θα ήταν ήδη δύσκολο ακόμα και στο σενάριο που ΝΔ και ΠαΣοΚ λάμβαναν μαζί 155-160 έδρες, πόσο μάλλον τώρα.

Πρόκειται για την απαρχή μια αναπόδραστης διαπραγμάτευσης με την Ευρώπη, η οποία έχει ήδη αρχίσει. Οι πρώτες τοποθετήσεις είναι ακραίες και απόλυτες, μαξιμαλιστικές. «Μνημόνιο ή δραχμή» παραθέτουν κάποιοι, «Καταγγελία μνημονίου και μονομερής διαγραφή χρέους» αντιπαραθέτουν κάποιοι άλλοι.

Λογικό ως ένα σημείο, για αρχή τουλάχιστον, μιας και η «σκακιέρα» τώρα αρχίζει να στήνεται. Ο στόχος που θα θέσουμε όμως, πρέπει να είναι ρεαλιστικός. Η Ευρώπη άλλωστε πάντα είχε αντικρουόμενες τάσεις στα σωθικά της, πότε πιο σοσιαλδημοκρατικές και πότε πιο νεοφιλελεύθερες, αυτοί που επικρατούσαν πάντα όμως στο τέλος, ήταν αυτοί που έθεταν τον πιο ρεαλιστικό στόχο.

Από τη μία, ακόμα κι αν δεν υπάρχει ο μηχανισμός εκείνος για να εκδιωχθεί η Ελλάδα από την Ευρωζώνη, το ζητούμενο είναι το αν μπορούμε να καταφέρουμε να παραμείνουμε μέσα σε αυτή, και δεν είναι καθόλου απλό κι εύκολο πράγμα για μια οικονομία σαν την δικιά μας. Μία οικονομία που παράγει ελλείμματα, που καταναλώνει περισσότερο απ’ ότι παράγει.

Από την άλλη, η παραδειγματική τιμωρία μέσω της λιτότητας των δημοσιονομικών παραβατών, έχει κοντά ποδάρια. Σε μία Ευρώπη που διαχέουμε κεφάλαιο σε οικονομίες που δεν μπορούν να το διαχειριστούν, σε μία Ευρώπη που από επιλογή παράγουμε ανισομερώς, φορολογούμε ανισομερώς, καταναλώνουμε ανισομερώς και αναπτυσόμαστε ανισομερώς, ακόμα κι αν μπορεί όντως να μην έχει και πολύ σημασία το τί θα γίνει με την άμοιρη στρεβλή Ελληνική οικονομία, οι όποιες αναταράξεις προκληθούν μπορεί να είναι καταστροφικές.

Υπάρχει ο κίνδυνος λόγω των αναταράξεων αυτών, να συμπαρασυρθεί το επίσης σαθρό Ευρωπαϊκό οικοδόμημα, μιας και λόγω της πίεσης που αυτό επιλεκτικά ασκεί στους Ευρωπαίους λαούς, είναι πολύ πιθανό να προκαλέσει αντιδράσεις που θα δημιουργήσουν ένα ντόμινο συνεπειών, οποιαδήποτε στιγμή και με οποιαδήποτε αφορμή.

Δεν μπορώ να γνωρίζω την κατάληξη των διεργασιών αυτών των ημερών. Γνωρίζω όμως πως το ζητούμενο από όλες τις πλευρές, τόσο από αυτή των Ελληνικών πολιτικών δυνάμεων που διαπραγματεύονται τους όρους και τους συσχετισμούς της επόμενης κυβέρνησης, όσο και των εταίρων και δανειστών μας, πρέπει να είναι η ανταπόκριση στις πραγματικές κι όχι φαινομενικές κοινωνικές επιταγές.

Κι ο μόνος δρόμος για να επιτυχθεί αυτό, είναι ο ρεαλισμός και η πραγματική αντίληψη των ιστορικών ευθυνών, ευκαιριών και δυνατοτήτων που θα υπάρξουν. Ούτε δράμι παραπάνω, ούτε δράμι λιγότερο.

Δημοσιεύτηκε στο VetoNews.gr στις 10.5.2012

Ειλικρίνεια

Το συναίσθημα που θα επιλέξουμε πάρουμε μαζί μας μέσα στο παραβάν, μπροστά στην κάλπη θα είναι σαν την σημερινή ψήφο μας. Θα μας καθορίσει και θα μας ακολουθεί για τα επόμενα χρόνια. Πιστός σύντροφος, είτε τον αποζητούμε είτε όχι.

Δεν ξέρω αν κάποιοι από εμάς επιλέξουμε για συντροφιά στους καιρούς που έρχονται, το θυμό, την εκδίκηση ή την αυταπάτη.

Εγώ θα προτιμήσω την ειλικρίνεια. Θα προσπαθήσω τουλάχιστον. Σας την συνιστώ ανεπιφύλακτα…

Καλή ψήφο σε όλους! 😉

Συνέχεια

Η τρίτη εκδοχή

Το πρόβλημα μας είναι διττό, τουλάχιστον. Αφενός ένα στρεβλό κομματικό σύστημα. Μια μικροπολιτική συνθήκη που για 30 χρόνια, μας έκλεινε το μάτι και μας έλεγε: “μην φοβάσαι, με διορισμούς, προγράμματα, επιδοτήσεις και συνταξιοδοτήσεις στα 50, θα διεκπαιρεώσω εγώ την ζωή σου για λογαριασμό σου!” Με δανεικά βέβαια!

Αφετέρου η Ευρώπη. Μία Ευρώπη που ξαφνικά απέκτησε πολλές ταχύτητες, τουλάχιστον 2. Με ακατανόητη εισροή κεφαλαίου σε οικονομίες που δεν μπόρεσαν να τη διαχειριστούν, με ασύμμετρη παραγωγή, ασύμμετρη φορολόγηση και ασύμμετρη ανάπτυξη. Η ρομαντική ιδέα της Ευρωπαϊκής ολοκλήρωσης που ενέπνεε την συνθήκη της Ρώμης και του Μάαστριχτ, φαίνεται πλέον να πάει περίπατο, ενώ ζητούμενο μένει η ευημερία κάποιων, ανεπαρκούς πολιτικής στόχευσης, αριθμών.

Δύο προβλήματα και δύο κουβέντες, κατά τις οποίες δεν πρέπει να αφήνουμε το ένα πρόβλημα να μας εμποδίζει από το να δούμε τις στρεβλώσεις του άλλου. Σύμφωνοι μέχρις εδώ, αλλά τώρα τι;

Από την μία αυταπάτη. Η βολική αυταπάτη του “φταίνε μόνο οι άλλοι”! Με ένα μαγικό τρόπο θα απελάσουμε τους δανειστές μας, θα βγάλουμε πετρέλαια, θα δανειστούμε από τον Πούτιν, θα αποκυρήξουμε το χρέος, θα γίνουμε Εκουαδόρ, θα, θα, θα… Ξέρετε, δεν διαφέρει και πολύ από την προηγούμενη λογική του κομματικού συστήματος που μας έκλεινε το μάτι και μας υποσχόταν χαμηλόφωνα πως αυτό θα διεκπεραιώσει και πάλι την ζωή μας για λογαριασμό μας. Άτιμο πράγμα να ξέρουν τις αδυναμίες σου.

Από την άλλη ένα φοβικό σύνδρομο. Ο φόβος της ακυβερνησίας όπως συχνά ακούγεται. Με έναν άλλο μαγικό τροπό τα πάντα θα εξορθολογιστούν αν εμπιστευτούμε πάλι τους άνθρωπους εκείνους που ενώ μπορούσαν, δεν θέλησαν να αλλάξουν την χώρα όταν αυτή το είχε ανάγκη. Σχεδόν μια προσβολή νοημοσύνης.

Αυτό όμως που έχουμε ανάγκη όσο ποτέ στην σύγχρονη ιστορία μας, είναι μια τρίτη εκδοχή. Μία εκδοχή δημιουργικότητας, έστω και θυμωμένης, αλλά με ρεαλισμό και θετικό πρόσημο στο λόγο της. Μία εκδοχή κατα την οποία θα αναλάβουμε να διεκπεραιώσουμε μόνοι μας τις ζωές μας για λογαριασμό μας, χωρίς να περιμένουμε μεσσίες, ήρωες ή μαγικές λύσεις. Μία εκδοχή κατα την οποία θα ζητήσουμε για ΟΛΟΥΣ κανόνες, θεσμούς και δομές τέτοιες που θα διασφαλίζουν πως ο κόπος μας και η όποια προσπάθεια καταβάλουμε, δεν θα πάει χαμένη. Μία εκδοχή κατά την οποία θα αποποιηθούμε τον ρόλο του πελάτη απέναντι στο κράτος και θα επιλέξουμε εκείνον του πολίτη, του πολίτη που αντιλαμβάνεται το προσωπικό του συμφέρον σαν προέκταση του δημοσίου συμφέροντος.

Ξέρετε, σε ένα κόσμο που πλέον αποτελείται από διπλές και τριπλές συμμαχίες, σε έναν πολιτισμό που πλέον διαμορφώνεται παγκόσμιος, όποιος νομίζει πως μπορεί να πορευθεί αξιοπρεπώς μόνος, είναι τουλάχιστον επικίνδυνος. Από την άλλη εξίσου επικίνδυνος είναι όποιος νομίζει πως μπορεί για πάντα να κοροϊδεύει τους πάντες.

Κάπου σε ένα ποίημα του, ο Τ. Λειβαδίτης λέει: «…κι η Ειλικρίνεια Αρχίζει πάντα εκεί που Τελείωσαν Όλοι οι άλλοι Τρόποι να Σωθείς.». Με αφετερία τις επερχόμενες εκλογές, ας κάνουμε τώρα τις ειλικρινείς επιλογές, γιατί ειδάλλως θα συρθούμε σ’ αυτές με τον πιο επίπονο τρόπο.

Ας ζητήσουμε από το πολιτικό μας σύστημα, όχι ήρωες, όχι μεσσίες, όχι μαγικές ή μοναχικές λύσεις, όχι μια κοινωνία υμών και ημών, αλλά ένα δημιουργικό κι αξιοκρατικό περιβάλλον που θα μας επιτρέψει να αναλάβουμε τίμια την ευθύνη του να διεκπεραιώσουμε μόνοι μας την ζωή μας για λογαριασμό μας.

Δημοσιεύτηκε στο VetoNews.gr στις 4.5.2012

Καλή Ανάσταση…

Πως οι δρόμοι ευωδάνε με βάγια στρωμένοι

ηλιοπάτητοι δρόμοι και γύρω μπαξέδες!

Η χαρά της γιορτής όλο πιότερο αξαίνει

και μακριάθε βογκάει και μακριάθε ανεβαίνει.


Τη χαρά σου, Λαοθάλασσα, κύμα το κύμα,

των αλλώνε τα μίση καιρό τηνε θρέφαν

κι αν η μαύρη σου κάκητα δίψαε το κρίμα,

να που βρήκε το θύμα της, άκακο θύμα!


Α! πώς είχα σα μάνα κ΄εγώ λαχταρήσει

(ήταν όνειρο κ΄΄εμεινεν, άχνα και πάει)

σαν και τ΄άλλα σου αδέρφια να σ΄είχα γεννήσει

κι΄από δόξες αλάργα κι αλάργ΄από μίση!


Ένα κόκκινο σπίτι σ΄αυλή με πηγάδι…

και μιά δράνα γιομάτη τσαμπιά κεχριμπάρι…

νοικοκύρης καλός να γυρνάς κάθε βράδυ,

το χρυσό, σιγαλό και γλυκό σαν το λάδι.


Κι άμ΄ανοίγεις την πόρτα με πριόνια στο χέρι,

με τα ρούχα γεματα ψιλό ροκανίδι,

(άσπρα γένια, άσπρα χέρια) η συμβία περιστέρι

ν΄ανασενει βαθιά τ΄όλο κέδρον αγέρι.


Κι αφού λίγο σταθείς και το σπίτι γεμίσει

τον καλό σου τον ίσκιο, Πατέρα κι Αφέντη,

η ακριβή σου να βγαίνει νερό να σου χύσει,

ο ανυπόμονος δείπνος με γέλια ν΄αρχίσει.


Κι ο κατάχρονος θάνατος θα΄τανε μέλι

και πολλή φύτρα θ΄άφηνες τέκνα κι αγγόνια

καθενού και κοπάδι, χωράφι κι αμπέλι,

τ΄αργαστήρι εκεινού, που την τέχνη σου θέλει.


Κατεβάζω στα μάτια τη μαύρη ομπόλια,

γιά να πάψει κι ο νους με τα μάτια να βλέπει…

Ξεφαντώνουν τ΄αηδόνια στα γύρω περβόλια,

λεϊμονιάς σε κυκλώνει λεπτή μοσκοβόλια.


Φευγεις πάνου στην άνοιξη, γιέ μου καλέ μου,

Άνοιξή μου γλυκιά, γυρισμό που δεν εχεις.

Η ομορφιά σου βασίλεψε κίτρινη γιέ μου,

δε μιλάς, δεν κοιτάς, πώς μαδιέμαι, γλυκέ μου!


Καθώς κλαίει, σαν της πέρνουν το τέκνο, η δαμάλα,

ξεφωνίζω και νόημα δεν έχουν τα λόγια.

Στύλωσέ μου τα δυό σου τα μάτια μεγάλα:

τρέχουν αίμα τα στήθια, που βύζαξες γάλα.


Πώς αδύναμη στάθηκε τόσο η καρδιά σου

στα λαμπρά Γεροσόλυμα Καίσαρας νά μπεις!

Αν τα πλήθη αλαλάζανε ξώφρενα (αλιά σου!)

δεν ηξέραν ακόμα ούτε ποιό τ΄όνομά σου!


Κει στο πλάγι δαγκάναν οι οχτροί σου τα χείλη…

Δολερά ξεσηκώσανε τ΄άγνωμα πλήθη

κι όσο ο γήλιος να πέσει και νά΄ρθει το δείλι,

το σταυρό σου καρφώσαν οι οχτροί σου κ΄οι φίλοι.


Μα γιατί να σταθείς να σε πιάσουν! Κι΄ακόμα,

σα ρωτήσανε:”Ποίος ο Χριστός;” τ είπες”Να με”!

Αχ! δεν ξέρει, τι λέει το πικρό μου το στόμα!

Τριάντα χρόνια παιδί μου δε σ΄έμαθ΄ακόμα!


«Η μάνα του Χριστού» από τον Κώστα Βάρναλη

Δεν γίνεται αλλιώς

Δεν νομίζω οτί γίνεται. Τουλάχιστον όχι με το βαμβάκι. Κανένας τους δεν θέλει ν’ αλλάξει τίποτα. Δεν θα προσαρμοστούν, δεν θα μετασχηματίσουν ούτε τον πολιτικό κόσμο ούτε το ήθος του. Όχι γιατι αναγκαστικά δεν μπορούν, δεν θέλουν. Απλά δεν συμβαδίζει με το προσωπικό τους συμφέρον. Η έννοια του δημοσίου συμφέροντος κατέντησε δυσνόητο πράγμα, και στην χώρα που βασιλεύει το προσωπικό συμφέρον του καθενός μας, δεν υπάρχει και πολύς χώρος για το πρώτο.

Δεν ξέρω τί είναι πιο χυδαίο: να παραδέχεσαι 18 μήνες μετά ότι δεν διάβασες το μνημόνιο που ψήφισες ή να το λες γιατί έτσι -αφελώς- νομίζεις πως θα τύχεις της εύνοιας του εσωκομματικού σου ακροατηρίου. Φοβάμαι το δεύτερο. Στο πρώτο εκμεταλεύεσαι, στο δεύτερο υποτιμάς και την νοημοσύνη του κόσμου. Πάλι. Λίγη σημασία έχει όμως. Τώρα.

Σε μία χώρα που ήθος του πολιτικού λόγου συρρικνώνεται στην προσπάθεια για ηθικοφανή εικόνα του πολιτικού υποκειμένου, σε μία χώρα που το δημόσιο συμφέρον κατέντησε προέκταση του ιδιωτικού και σε μια χώρα που μάθαμε να περιμένουμε κάποιον άλλον για να έρθει και να διεκπαιρεώσει την ζωή μας για λογαριασμό μας, δεν είναι πολλά που έχουν απομείνει εκτός από …εμάς. Όλους μας. Ότι κι αν τελικά γίνει.

Εμείς πρέπει να είμαστε αυτοί που θα σηκώσουμε το χέρι μας για να δείξουμε τόσο την κατεύθυνση όσο και το όριο. Όλοι μας. Η εποχή των μπακλονιών πέρασε ανεπιστρεπτί και το πρόσημο που μας άφησε δεν είναι θετικό. Είναι πολύ ωραιοπαθές πλάσμα ο άνθρωπος για να λειτουργήσει αποτελεσματικά ένα προσωποκεντρικό πολιτικό σύστημα. Μπαίνει στον πειρασμό να το κάνει ιδιοκτησία του.

Πλέον πρέπει να ζητήσουμε θεσμούς. Θεσμούς και δομές που όλοι μας θα προστατεύουμε για να είναι εκεί για το δημόσιο συμφέρον. Μόνο.

Θεσμούς και δομές που θα κόβουν τα καρπούζια στην μέση για όλους μας. Και τα κουκούτσια. Όχι αύριο, τώρα. Ήδη αργήσαμε.

Δημοσιεύτηκε στο VetoNews.gr στις 27.1.2012

«Οι παλιοί μας φίλοι»

Θέλω να κάνω ένα βήμα πίσω. Όχι σαν οπισθοχώρηση, μα να «τραβηχτώ» λίγο απ’ όλο αυτό μήπως και μπορέσω να δω την εικόνα ολόκληρη. Προσπαθώ να καταλάβω την λογική των επιλογών μας, τις προτεραιότητες που σαν Ευρώπη και σαν χώρα βάζουμε και τελικά προσδιοριζόμαστε ως προς αυτές.

Φοβάμαι πως διαλέγουμε ανάποδα. Χαράσουμε μια γραμμή, μια αυστηρή και σκληρή γραμμή σαν βάση, όχι για να στηρίξουμε την πραγματική μας οικονομία αλλά την χρηματοπιστωτική οικονομία.

Όχι πως η χρηματοπιστωτική οικονομία είναι κάτι εξ’ ορισμού κακό, αλλά δεν μπορεί να είναι η βάση μιας οικονομίας. Οι χρηματοπιστωτικές δομές, οι τράπεζες, οφείλουν να είναι εργαλείο της πραγματικής οικονομίας, ένας μοχλός που θα επιτρέπει την παραγωγή περισσότερων, ποιοτικότερων και προσιτότερων αγαθών και υπηρεσιών. Τίποτα περισσότερο, τίποτα λιγότερο.

Μικροί ηγέτες για μεγάλες αποφάσεις σε Ελλάδα και Ευρώπη σήμερα; Μπορεί. Εμμένοντας όμως στην στρεβλή αντίληψη για το τί τελικά είναι εργαλείο και τί σκοπός στην άσκηση οικονομικής πολιτικής, πληγώνονται μεγάλες μάζες, κοινωνίες που φοβάμαι πως από την πίεση που τους ασκείται, θα φτάσουν στο απευκταίο σημείο να αμφισβητήσουν τελικά την αξία της ενοποίησης για την Ευρώπη. Τότε ξέρετε, θα είναι αργά για οποιδήποτε μέτρο, οποιαδήποτε σύνοδο, οποιαδήποτε «στήριξη».

Νομίζω πως η Ευρώπη πρέπει να κάνει αυτό που όμορφα λέει ο Σαββόπουλος σ’ ένα τραγούδι του: «κι έρχεται η στιγμή για ν’ αποφασίσεις, με ποιους θα πας και ποιους θ’ αφήσεις». Ακόμα πιο επιτακτικά ισχύει αυτό και για την χώρα μας: ή θα διαλέξουμε μόνοι μας την πλευρά με την οποία θα συνταχθούμε ή θα εγκλωβιστούμε αναπολώντας και θρηνώντας σχεδόν αυτιστικά για την εποχή της στρεβλής μας ευδαιμονίας.

Κι επειδή ήδη διακρίνεται ένα μεγάλο παγκόσμιο χωνευτήρι που ολοένα και περισσότερο θα ρίχνονται μέσα του τα «θέλω», τα «πρέπει» και τα «μπορώ» των κοινωνιών, αυτό για το οποίο πρέπει ν’ αποφασίσουμε είναι κάτι πιο βαθύ: Θα πάμε ενωμένοι προσπαθώντας να διαμορφώσουμε αυτό το χωνευτήρι, ή ο καθένας χώρια κι αναπόφευκτα θα παραδόθουμε σ’ αυτό;

Καλές γιορτές σε όλο τον κόσμο…

Δημοσιεύτηκε στο VetoNews.gr στις 16.12.2011

Αποδόμηση

Την ώρα που γράφονται αυτές οι αράδες, το θέμα του προσώπου στο οποίο θα βρούμε τον επόμενο πρωθυπουργό, δεν έχει κλείσει. Η ονοματολογία δίνει και παίρνει, με επικρατέστερο όνομα να προβάλεται αυτό του κ. Λουκά Παπαδήμου. Μέσα σ’ όλα, απειλές που πότε αναφέρονται σε αναζήτηση διαδικασίας αποχώρησης μιας χώρας από το Ευρώ και πότε σε αυστηρές προειδοποιήσεις προς πάσα κατεύθυνση, όπως η τελευταία της κ. Μέρκελ, για ανάγκη 10ετούς Ευρωπαϊκής λιτότητας.

Πρόκειται για την πλήρη αποδόμηση του όποιου αξιακού συστήματος χρησιμοποιούσε το πολιτικό σύστημα για να λειτουργεί όλες τις τελευταίες δεκαετίες. Και εξηγούμαι.

Ο Γ. Παπανδρέου ουσιαστικά «πέφτει» από Πρωθυπουργός για να υλοποιηθεί τελικά μια συμφωνία την οποία εκείνος πρώτος απ΄όλους στήριξε.

Μάλιστα ανεξαρτήτως της τελικής έκβασης στο θέμα του νέου Πρωθυπουργού, σαν καλύτερη δυνατή λύση για την υλοποίηση αυτής της συμφωνίας, προκρίθηκε αρχικά ο Λ. Παπαδήμος, ένας άνθρωπος που ανοιχτά είχε διαφωνήσει με το περιεχόμενο της (το περίφημο πλέον «κούρεμα» κατα 50% του Ελληνικού χρέους) και είχε τοποθετηθεί εκ διαμέτρου αντίθετα.

Από την άλλη, ο Α. Σαμάρας δεν συμφωνεί αλλά ψηφίζει, δεν συγκυβερνά αλλά συναποφασίζει, δεν αναλαμβάνει αλλά καθορίζει, δεν θέλει να «πουλά» αλλά θέλει μόνο να «αγοράζει».

Αν αυτό δεν είναι ένα σχήμα τουλάχιστον οξύμωρο (αν όχι παράλογο), τότε δεν ξέρω τί είναι. Αν αυτό δεν είναι η πλήρης αξιακή αποδόμηση και επιβεβαίωση των φόβων όλων μας πως το υπάρχον πολιτικό προσωπικό σε όλο του το φάσμα επιδιώκει την «καρέκλα» ως αυτοσκοπό κι όχι ως θέση κι εργαλείο άσκησης πολιτικής, τότε πάλι δεν ξέρω τί είναι. Η απόλυτη αντίφαση μεταξύ λεγομένων και πράξεων, η απόλυτη σπασμοδικότητα κινήσεων κι ένας ενστικτώδης και αφελής τυχοδιωκτισμός ένθεν κι ένθεν που θέτει σε κίνδυνο την ποιότητα ζωής τόσο της δικής μας γενιάς όσο και των επομένων.

Στρεβλώσεις και παραλογισμοί, προϊόντα ανέντιμων σχέσεων που είχαν οικοδομήσει κράτη με τους πολίτες τους (όπως η δική μας περίπτωση) αλλά και προϊόντα εμμονών και αγκυλώσεων μιας γηραιάς ηπείρου, με γερασμένα αντανακλαστικά. Ακόμα κι αν πρόκειται για τις ωδές ενός δύσκολου τοκετού, φοβάμαι μήπως και έρθει η μέρα που οι εμμονές και οι αγκυλώσεις αυτές θα φέρουν τους Ευρωπαϊκούς λαούς στο απευκταίο σημείο της αμφισβήτησης της ιδεολογικής ηγεμονίας του Ευρώ.

Tότε θα είναι αργά για οποιαδήποτε προειδοποίηση, οποιαδήποτε απειλή, οποιαδήποτε συναίνεση και οποιοδήποτε μέτρο.

Δημοσιεύτηκε στο VetoNews.gr στις 8.11.2011

«Ποιoς θα πάει τα κολοκύθια;»

Προσπαθώ να βάλω σε μια τάξη το μυαλό μου. Από χθες νιώθω την τηλεόραση του σαλονιού μου σαν μια χρονομηχανή, λες και με μια λάθος της εικόνα, μια λάθος φράση που θα ακουστεί κινδυνεύω να βρεθώ 40 ή 50 χρόνια πίσω. Νομίζω πως αυτό που αποσβωλομένοι παρακολουθούμε τις τελευταίες ώρες να συμβαίνει στην πολιτική σκηνή της χώρας, θα διδάσκεται στις σχολές προπονητικής στο μάθημα της στρατηγικής με τον τίτλο «1000 πράγματα που πρέπει να αποφύγετε». Ας τα βάλουμε όμως σε μια σειρά.

Λίγες μέρες πριν, ο κ. Παπανδρέου πήγε στις Βρυξέλες να διαπραγματευτεί το περίφημο κούρεμα. Μέσα από διαπραγματεύσεις επί διαπραγματεύσεων και σε μια «μάχη» με τους τραπεζίτες που κράτησε μέχρι τα ξημερώματα, τελικά συμφωνήθηκε το σχέδιο για το Ελληνικό «κούρεμα». Ο κ. Παπανδρέου ευχαρίστησε δημόσια τους εταίρους μας, δήλωσε πως επρόκειται για ένα μεγάλο βήμα για την Ευρώπη και επιβιβάστηκε στο αεροπλάνο του να γυρίσει στην Ελλάδα.

Την επόμενη μέρα και μέσα από ένα διάγγελμα στον Ελληνικό λαό, μας εξήγησε πόσο σημαντική ήταν η επίτευξη της συμφωνίας του «κουρέματος», πόσο χαρούμενοι έπρεπε να είμαστε που πλέον έχουμε απαλαγεί από ένα μεγάλο βάρος του παρελθόντος και πόσο μεγάλη είναι η ευκαιρία για να την οικονομία μας να ορθοποδήσει.

Αφού λοιπόν συμφώνησαν οι εταίροι μας, συμφώνησαν οι τράπεζες, συμφώνησε και ο ίδιος, ο κ. Παπανδρέου άλλαξε γνώμη. Πήγε στην κοινοβουλευτική ομάδα του ΠαΣοΚ και ανακοίνωσε πως θα γίνει δημοψήφισμα για την επικύρωση της συμφωνίας των Βρυξελών.

Άλλαξαν όμως γνώμη και οι εταίροι μας και του ζήτησαν να πάει μέχρι τις Κάννες για να του εξηγήσουν πως βαρέθηκαν να παίζουνε μαζί μας κι ότι άμα εμείς θέλουμε να συνεχίσουμε να παίζουμε να πάρουμε τα κουβαδάκια μας και να πάμε σε άλλη παραλία.

Ο κ. Παπανδρέου τότε ξανάλλαξε γνώμη και παίζοντας με τις ζωές μας, τις ζωές των παιδιών μας, τις ζωές των παιδιών των παιδιών μας και τα νεύρα των Ευρωπαίων εταίρων μας, άφησε να εννοηθεί πως τελικά το δημοψήφισμα θα έχει να κάνει με το αν θέλουμε να μείνουμε στο Ευρώ ή όχι.

Τότε άλλαξε γνώμη και ο κ. Σαμαράς, ο οποίος αν και μέχρι εκείνη την ώρα ήταν ανένδοτος τόσο στην σύναψη νέας δανειακής σύμβασης όσο και στο οποιοδήποτε σενάριο συνεργασίας κυβέρνησης-αντιπολίτευσης, ξαφνικά ανακάλυψε ότι και η νέα σύμβαση είναι απαραίτητη και οι πολιτικές δυνάμεις της χώρας πρέπει να συνεργαστούν για να την βγάλουν από την κρίση.

Μετά ο κ. Παπανδρέου είπε «μπράβο» στον κ. Σαμαρά που άλλαξε γνώμη, αλλά ο κ. Σαμαράς του είπε πως δεν θέλει «μπράβο» αλλά θέλει να αφήσει την καρέκλα που κάθεται για να κάτσει μετά αυτός. Μάλλον αυτό είναι το πιο σημαντικό.

Από τότε παίζουμε την κολοκυθιά. «-Να πάω εγώ! -Όχι να πας εσύ! -Όχι να πάει η μάνα!»

Απορροφημένοι όμως στα παιχνιδάκια τους, ο κ. Παπανδρέου κι ο κ. Σαμαράς αλλά και το σύνολο του χαμηλότατης στάθμης πολιτικού προσωπικού της χώρας, δεν δείχνουν να καταλαβαίνουν κάτι. Η γενιά μας, οι προηγούμενες γενιές και οι επόμενες δέκα, θα είναι αμείλικτοι μαζί τους.

Η Ελλάδα κουράστηκε πολύ εδώ και δεκαετίες ολόκληρες για να αποτελεί κομμάτι της Δύσης. Με τα στραβά μας, με τα άσχημα μας φτάσαμε εδώ που φτάσαμε. Θα είναι τραγικό, μέσα από ένα καυγά «δύο γάιδάρων σε ξένο αχυρώνα» να κινδυνεύουμε να μας «δώσουν μία» και να μας στείλουν πίσω στην Ανατολή, πίσω εκεί απ’ όπου σε μια άλλη εποχή είχαμε ξεκινήσει.

Κι όταν σταματήσουν την κολοκυθιά να κάτσουμε και να ζυγίσουμε. Να καταλάβουμε πως δεν μπορούμε να ζητάμε ευρωπαϊκό νόμισμα χωρίς να έχουμε ευρωπαϊκή οικονομία. Να καταλάβουμε πως το αποτέλεσμα μόνο αλφαβητικά προηγείται της προσπάθειας. Να απαιτήσουμε από τους πολιτικούς μας σχηματισμούς αρχές και αξίες διαφορετικές, ίδιες για όλους,  και να χαράξουμε από την αρχή μια δομή για την οικονομία μας που θα παράγει αυτό που μπορεί. Να αλλάξουμε αυτά που λίγο πολύ όλοι καταλαβαίνουμε πως πρέπει να αλλάξουν, αυτά που λίγο πολύ όλοι καταλαβαίνουμε ότι δεν έχουν λογική. Απλά αυτή τη φορά πρέπει να το κάνουμε στα σοβαρά.

Δημοσιεύτηκε στο VetoNews.gr στις 4.11.2011

Χρειάζεται αρετή και τόλμη

Ο δημόσιος τομέας είναι όντως υπερδιογκωμένος στην Ελλάδα. Όχι τόσο λόγω του μεγάλου αριθμού δημοσίων υπαλλήλων που υπάρχουν στην χώρα (που αναλογικά δεν είναι τόσο μεγάλος συγκριτικά με άλλες χώρες) αλλά όσο λόγω της στρεβλής σχέσης μισθολογικού κόστους – παραγωγικής δυναμικής που έχει διαμορφωθεί. Μέχρι πρότινος, όντας μία χώρα με ΑΕΠ της τάξεως των 240 δις. ευρώ, ξοδεύαμε περίπου 65 από αυτά για την λειτουργία του κράτους. Υπερβολικό. Άξιζε όμως αυτό το κράτος τα 65 αυτά δις.;

Στην άλλη όψη του νομίσματος, πρόβλημα προκύπτει και από τα πολιτικάντικα τερτίπια του (εκάστοτε) κ. Βενιζέλου. Δεν νομίζω πως υπάρχει Έλληνας πολίτης (Δ.Υ. ή όχι) ο οποίος δεν θέλει να αλλάξουν τα κακώς κείμενα του δημόσιου τομέα. Το δημόσιο και η παραγωγική του δυναμική είναι υπόθεση που αφορά όλους μας και ως τέτοια πρέπει να λογίζεται.

Ο πραγματικός σκόπελος όμως στην εξεύρεση λύσης είναι άλλος κι έχει να κάνει με την …λαφυραγώγηση του δημοσίου που επιχειρεί ο κ. Βενιζέλος. Με διαρροές επί διαρροών για «μέτρα-σοκ», αναβολές επί αναβολών των όποιων αποφάσεων, φάσεις και αντιφάσεις μεταξύ εξαγγελιών και πραγματικών υποστάσεων των μέτρων, ο κ. Βενιζέλος έχει φέρει την χώρα στα πρόθυρα νευρικής κρίσης.

Είναι τελείως διαφορετικό όμως το να προσπαθήσεις πραγματικά για τον εξορθολογισμό της λειτουργίας του κράτους, με το να επιχειρείς να το σύρεις σαν λάφυρο δείχνοντας σε όλους το «τέρας» που κατάφερες να σκοτώσεις. Το δεύτερο το κάνεις μόνος σου, το πρώτο αναγκαστικά θα το κάναμε όλοι μαζί.

Το πρόβλημα οξύνεται όταν η αντίληψη του, χωρίζεται σε 2 ταχύτητες από όλους τους δημοσιολογούντες. Πως αλλιώς να ερμηνευτεί ότι ενώ, σύμφωνα με στοιχεία του Σώματος Επιθεωρητών Εργασίας, οι 500.000 εργαζόμενοι του ιδιωτικού τομέα που έχασαν την δουλειά τους στο διάστημα των τελευταίων 18 μηνών, είναι απλά μια στατιστική, ενώ οι 30.000 δημόσιοι υπάλληλοι που θα βγουν σε εργασιακή εφεδρεία το 2011, είναι μια τραγωδία.

Δεν θέλω να φανταστώ τις αντιδράσεις του κ. Βενιζέλου και των φίλα προσκείμενων σε αυτόν βουλευτών, στην περίπτωση που την σημερινή τακτική του Υπουργείου Οικονομικών ακολουθούσε η προηγούμενη διοίκησή του. Μια τακτική που επιχειρεί να περάσει τα όποια μέτρα τρομοκρατώντας τον κόσμο, όχι εξηγώντας του με ειλικρίνεια την αναγκαιότητά τους.

Οι καταθέσεις κάνουν φτερά για το εξωτερικό, η κατανάλωση πέφτει ραγδαία και αδυνατώ να καταλάβω τί έχει στο μυαλό του ο προϊστάμενος και υπόλογος για τα δρώμενα των υπουργών του, κ. Παπανδρέου.

Θα ήταν πάντως, τελείως διαφορετικό το να μας εξηγηθούν με ειλικρίνεια και σαφήνεια οι λόγοι για τους οποίους η απόλυτη ένδεια είναι προ των πυλών της χώρας μας, με το να θεωρούμαστε από τον εκάστοτε Βενιζέλο, Σαμαρά, Παπανδρέου κ.α. απλά μία μάζα ανθρώπων που πρέπει να διαχειριστεί επικοινωνιακά με τα «εξυπνότερα» (;) πολιτικάντικα τρικ.

Προς το παρόν, αφήνουμε τους λίγους να φωνάζουν πολύ και του πολλούς να σιωπούν περιμένοντας το πολιτικό προσωπικό της χώρας να τους κάνει πραγματικό μέρος του προβληματισμού.

Μέχρι να γίνει όμως αυτό (και ΑΝ γίνει πριν να είναι πολύ αργά) θα πνιγόμαστε σε λυγμούς ανθρώπων που τους χώρισε η άνιση φορολογική μεταχείριση και θα είναι αδύνατον να κάνουμε την παραμικρή συνειδητή επιλογή ανάμεσα στον δρόμο του ρεαλισμού και αυτόν του λαϊκισμού.

Δημοσιεύτηκε στο VetoNews.gr στις 22.9.2011

Η πρόκληση για την αυτοδιοίκηση και το χωροταξικό για το Βελβεντό

Ακούγοντας προχθές κάποιος τον Βαγγέλη Βενιζέλο να δίνει ουσιαστικά το σύνθημα για πολιτική επανεκκίνηση του κυβερνητικού έργου, διαπίστωνε ένα κενό στη θεματολογία των εξαγγελιών. Αν κάτι επείγει για αναθεώρηση του σχεδιασμού του, τουλάχιστον για την περιφερειακή αναπτυξιακή δυναμική, είναι η άμεση αναθεώρηση του σχεδιασμού αρχιτεκτονικής της Τοπική Αυτοδιοίκησης. Του Καλλικράτη.

Τα προβλήματα που έχουν αναδειχθεί είναι πολλά, τόσο λειτουργικά όσο και διοικητικά, κι ο Καλλικράτης μοιάζει με παιδί που χρειάζεται όχι μόνο υπομονή για να μάθει να περπατάει, αλλά και βοήθεια στην αποφυγή κακοτοπιών.

Ο συνδυασμός των τεράστιων οικονομικών βαρών που πέφτουν στις πλάτες των ΟΤΑ με το αχανές του μεγέθους των δήμων να κάνει δυσκίνητες κι αναποτελεσματικές τις όποιες προσπάθειες, το μόνο που τελικά καταφέρνει είναι να παίρνει και το καρπούζι αλλά και το μαχαίρι από τα χέρια των δήμων, αφήνοντάς τους συγκεντρωμένα και συμπυκνωμένα όλα τα προβλήματα. Αυτά είναι τα μόνα που έμειναν αυτοδιοικητικά, οι λύσεις μοιάζουν ετεροδιοικητικές.

Σε ορισμένες περιπτώσεις τα προβλήματα αφορούν τόσο θεμελιώδη πράγματα, όπως και η ίδια η χωροταξία των δήμων. Στην περιοχή μας μάλιστα έχουμε το τρανταχτότερο ίσως, ανά την Ελλάδα παράδειγμα, την περίπτωση του Βελβεντού.

Ο εκεί Καποδιστριακός Δήμος συνδύαζε μία ισορροπημένη και σύμμετρη αναπτυξιακή πορεία, που σε συνδυασμό με μια χρηστή οικονομική διαχείριση λειτουργούσε αθροιστικά, χρόνο με το χρόνο, στην ποιότητα ζωής των δημοτών. Λαϊκές συνελεύσεις ουσίας και γνώση του συνεταιρίζειν, προδιέγραφαν μια προοπτική περισσότερο από ευοίωνη. Κάποιο λόγο θα είχε άλλωστε το υπουργικό συμβούλιο της 28ης Απριλίου του 2010 και ορθά αποφάσιζε για πέμπτο δήμο στο νομό μας. Δυστυχώς όμως οι αρτηριοσκληρωτικές λειτουργίες του Καλλικράτη, έβαλαν φρένο σε όλα αυτά, με λογικό επακόλουθο το ορθό και καθολικό αίτημα σύσσωμης της Βελβεντινής κοινωνίας για επαναφορά του Δήμου στα Καποδιστριακά του όρια.

Επιπλέον ατυχής συγκυρία όμως προς το παρόν, φαίνεται να μοιάζει και η στάση της Δημοτικής αρχής του Καλλικρατικού Δήμου Σερβίων-Βελβεντού. Όπως καταγγέλλεται, δείχνει απροθυμία συνεργασίας με την Βελβεντινή ΜΚΟ, παράδοξο, αν αναλογιστεί κανείς πως τα μέλη της ΜΚΟ, αριθμούν περίπου 100πλάσιο νούμερο από τις ψήφους που πήρε στο εν λόγω δημοτικό διαμέρισμα ο συνδυασμός που διοικεί τον νέο Δήμο. Δεν γνωρίζω για το τυπικό της υποχρέωσης συνεργασίας, το ηθικό όμως, είναι αδιαμφισβήτητο.

Το λογικό κι αναμενόμενο, δεδομένου της καθολικότητας του αιτήματος από πλευράς Βελβεντινών, θα ήταν η μεθόδευση ενός ψηφίσματος του Καλλικρατικού Δημοτικού Συμβουλίου που θα τασσόταν στο πλευρό του αιτήματος ολόκληρης της Βελβεντινής κοινωνίας. Προηγούμενο υπάρχει και μάλιστα πρόσφατο, μπορεί να το βρει κάποιος στο Δημοτικό Συμβούλιο Λέσβου (κάντε κλικ εδώ για σχετικά).

Σε αυτή τη λογική άλλωστε, βρίσκεται και μια ευκαιρία της νέα Δημοτικής Αρχής για μια βαθύτατα πολιτική πράξη, διαχωρίζοντας με ένα τέτοιο ψήφισμα την επιβολή από την κατανόηση (και συνεπαγωγικά συνεργασία), η οποία τελικά είναι και το ζητούμενο, έστω και βραχυχρόνια.

Η ελπίδα και συνάμα ευκαιρία, είναι ότι ο σημερινός καθ΄ύλην αρμόδιος για θέματα αυτοδιοίκησης, κ. Κουκουλόπουλος, είναι βαθύς γνώστης τόσο των αυτοδιοικητικών πραγμάτων, όσο και της αξίας της προσαρμογής των νομοθετημάτων σε μέτρα τέτοια που να εξυπηρετούν τις τοπικές κοινωνίες, όχι αντίστροφα. Αυτό από μόνο του, είναι πρόκληση.

Προσφέρεται λοιπόν στα πλαίσια του συνθήματος πολιτικής επανεκκίνησης του κυβερνητικού έργου, μια ευκαιρία για την αναθεώρηση τόσο της λογικής της ανά την Ελλάδα λειτουργία των ΟΤΑ, όσο και για το χωροταξικό μερικών περιπτώσεων που «κρατάνε», στην περίπτωση μας την είσοδο της Δυτ. Μακεδονίας (δλδ. την περιοχή Σερβίων-Βελβεντού), σε ανταγωνιστική και όχι σε συναγωνιστική αναπτυξιακή λογική.

Το είχα ξαναγράψει και θα το ξαναγράψω αν χρειαστεί: «Μόνο τα ντουβάρια δεν αλλάζουν» έλεγε η συγχωρεμένη η γιαγιά μου, και ντουβάρια δεν είμαστε. Η ιστορία τελικά, δεν γράφει με τόσο έντονα γράμματα πως ήταν η πορεία των πραγμάτων, όσο το ποια είναι τελικά η κατάληξή τους.

Δημοσιεύτηκε στο VetoNews.gr στις 8.9.2011