Νομίζω πως πλέον πρέπει να μιλήσουμε για την πολιτική. Όχι για δημιουργία εντυπώσεων γύρω από αυτή, ούτε για εξυπηρέτηση μικροκομματικών σκοπιμοτήτων, αλλά για την πολιτική αυτή καθεαυτή.
Την 6η Μαϊου οι πολίτες -νομίζω- πως απορίψαμε σύσσωμο το Ελληνικό κομματικό σύστημα και το πολιτικό του προσωπικό. Ο λαός επέλεξε μια μέση και λίγο-πολύ ίση για όλους κατανομή συσχετισμών μεταξύ των πολιτικών δυνάμεων, επιχειρώντας προφανώς «να ανακατέψει την τράπουλα και να την ξαναμοιράσει».
Παρ’ όλα αυτά, θέλω να πιστέυω, πως δεν είπαμε «όχι» στην Ευρωπαϊκή προοπτική, στον αντίποδα όμως, απευθύναμε ένα ξεκάθαρο «όχι» στα διλήμματα που την πραγματεύοταν, ανεξαρτήτως αν η πραγμάτωση αυτή ερχόταν με το δίλημμα «ευρώ ή δραχμή» από κάποιους, ή με το δίλημμα «μνημόνιο ή αντιμνημόνιο» από κάποιους άλλους. Δεν έχει μεγάλη διαφορά κι αυτός μάλλον είναι ο λόγος που κανένας συγκεκριμένος πολιτικός χώρος δεν πήρε ξεκάθαρη εντολή από το εκλογικό σώμα.
Θα ήταν άλλωστε στα όρια του παραλογισμού ένα «όχι» της Ελλάδας προς την Ευρωζώνη και την ΕΕ. Η Ελλάδα θα έμοιαζε σε αυτή την περίπτωση, σαν επιβάτη αεροπλάνου που ξαφνικά στα 30.000 πόδια υψόμετρο αποφάσισε να γυρίσει πίσω και ανοίξε την πόρτα για να κατεβεί. Και ξέρετε, δεν είναι η πτώση που σε σκοτώνει, αλλά η πρόσκρουση.
Πάντως πολιτικά σκεπτόμενοι πλέον, διαπιστώνουμε πως η προσπάθεια για επαναδιαπραγμάτευση του μνημονίου πρέπει να θεωρείται δεδομένη, ακόμη κι αν αυτό αποβεί (ή όχι) καταστοφικό. Ο λόγος είναι απλός: μετά τα αποτελέσματα της έκτης Μαϊου δεν υπάρχει η συνθήκη για να προκύψει το πολιτικό υποκείμενο που θα εφαρμόσει την υπαγορευόμενη απο το μνημόνιο πολιτική λιτότητας. Θα ήταν ήδη δύσκολο ακόμα και στο σενάριο που ΝΔ και ΠαΣοΚ λάμβαναν μαζί 155-160 έδρες, πόσο μάλλον τώρα.
Πρόκειται για την απαρχή μια αναπόδραστης διαπραγμάτευσης με την Ευρώπη, η οποία έχει ήδη αρχίσει. Οι πρώτες τοποθετήσεις είναι ακραίες και απόλυτες, μαξιμαλιστικές. «Μνημόνιο ή δραχμή» παραθέτουν κάποιοι, «Καταγγελία μνημονίου και μονομερής διαγραφή χρέους» αντιπαραθέτουν κάποιοι άλλοι.
Λογικό ως ένα σημείο, για αρχή τουλάχιστον, μιας και η «σκακιέρα» τώρα αρχίζει να στήνεται. Ο στόχος που θα θέσουμε όμως, πρέπει να είναι ρεαλιστικός. Η Ευρώπη άλλωστε πάντα είχε αντικρουόμενες τάσεις στα σωθικά της, πότε πιο σοσιαλδημοκρατικές και πότε πιο νεοφιλελεύθερες, αυτοί που επικρατούσαν πάντα όμως στο τέλος, ήταν αυτοί που έθεταν τον πιο ρεαλιστικό στόχο.
Από τη μία, ακόμα κι αν δεν υπάρχει ο μηχανισμός εκείνος για να εκδιωχθεί η Ελλάδα από την Ευρωζώνη, το ζητούμενο είναι το αν μπορούμε να καταφέρουμε να παραμείνουμε μέσα σε αυτή, και δεν είναι καθόλου απλό κι εύκολο πράγμα για μια οικονομία σαν την δικιά μας. Μία οικονομία που παράγει ελλείμματα, που καταναλώνει περισσότερο απ’ ότι παράγει.
Από την άλλη, η παραδειγματική τιμωρία μέσω της λιτότητας των δημοσιονομικών παραβατών, έχει κοντά ποδάρια. Σε μία Ευρώπη που διαχέουμε κεφάλαιο σε οικονομίες που δεν μπορούν να το διαχειριστούν, σε μία Ευρώπη που από επιλογή παράγουμε ανισομερώς, φορολογούμε ανισομερώς, καταναλώνουμε ανισομερώς και αναπτυσόμαστε ανισομερώς, ακόμα κι αν μπορεί όντως να μην έχει και πολύ σημασία το τί θα γίνει με την άμοιρη στρεβλή Ελληνική οικονομία, οι όποιες αναταράξεις προκληθούν μπορεί να είναι καταστροφικές.
Υπάρχει ο κίνδυνος λόγω των αναταράξεων αυτών, να συμπαρασυρθεί το επίσης σαθρό Ευρωπαϊκό οικοδόμημα, μιας και λόγω της πίεσης που αυτό επιλεκτικά ασκεί στους Ευρωπαίους λαούς, είναι πολύ πιθανό να προκαλέσει αντιδράσεις που θα δημιουργήσουν ένα ντόμινο συνεπειών, οποιαδήποτε στιγμή και με οποιαδήποτε αφορμή.
Δεν μπορώ να γνωρίζω την κατάληξη των διεργασιών αυτών των ημερών. Γνωρίζω όμως πως το ζητούμενο από όλες τις πλευρές, τόσο από αυτή των Ελληνικών πολιτικών δυνάμεων που διαπραγματεύονται τους όρους και τους συσχετισμούς της επόμενης κυβέρνησης, όσο και των εταίρων και δανειστών μας, πρέπει να είναι η ανταπόκριση στις πραγματικές κι όχι φαινομενικές κοινωνικές επιταγές.
Κι ο μόνος δρόμος για να επιτυχθεί αυτό, είναι ο ρεαλισμός και η πραγματική αντίληψη των ιστορικών ευθυνών, ευκαιριών και δυνατοτήτων που θα υπάρξουν. Ούτε δράμι παραπάνω, ούτε δράμι λιγότερο.
Δημοσιεύτηκε στο VetoNews.gr στις 10.5.2012